- πολυβολητής
- οο χειριστής του πολυβόλου.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
πολυβολητής — ο, Ν [πολυβολώ] στρατιώτης που έχει την ειδικότητα χειριστή πολυβόλου … Dictionary of Greek
Martin Baltimore — Baltimore RAF Martin Baltimore GR.IV/V Role Light bomber Reconnaissance … Wikipedia